Προάγω στα εσθονικά
Μετάφραση: προάγω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
buum, boom, buumi, noole, poomi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προάγω
προάγω συνώνυμα, προάγω παράγω, προάγω ορισμός, προάγω λεξικό, παράγω αόριστος, προάγω λεξικό γλώσσας εσθονικά, προάγω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- προ- στα εσθονικά - eel-, eelnevalt, pre-, eel, pre
- προάγγελος στα εσθονικά - eelkäija, ettekuulutaja, kuulutama, ettekuulutust, kuulutaja, kuulutav
- προάστιο στα εσθονικά - eeslinn, äärelinn, äärelinnas, Suburb, eeslinnas
- προέκταση στα εσθονικά - pakkumine, laiendus, laiendamine, pikendamine, pikendamise, laiendamise, laiendamist
Τυχαίες λέξεις
Προάγω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: buum, boom, buumi, noole, poomi
Μεταφράσεις: buum, boom, buumi, noole, poomi