Προάγω στα σουηδικά

Μετάφραση: προάγω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
befrämja, främja, bom, bommen, boom, boomen
Προάγω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προάγω

προάγω συνώνυμα, προάγω παράγω, προάγω ορισμός, προάγω λεξικό, παράγω αόριστος, προάγω λεξικό γλώσσας σουηδικά, προάγω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • προ- στα σουηδικά - pre-, före, för-, förhands, pre
  • προάγγελος στα σουηδικά - förebud, Harbinger, harbingeren, budbärare, förebådar
  • προάστιο στα σουηδικά - förstad, förort, förorten, ort, förort till
  • προέκταση στα σουηδικά - förlängning, utvidgning, förlängningen, förlängnings, utvidgningen
Τυχαίες λέξεις
Προάγω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: befrämja, främja, bom, bommen, boom, boomen