Προάγω στα ουκρανικά

Μετάφραση: προάγω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мис, бум
Προάγω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προάγω

προάγω συνώνυμα, προάγω παράγω, προάγω ορισμός, προάγω λεξικό, παράγω αόριστος, προάγω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, προάγω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • προ- στα ουκρανικά - попередньо, заздалегідь
  • προάγγελος στα ουκρανικά - передкризовий, провісник, передвісник, вісник, провісники
  • προάστιο στα ουκρανικά - околиці, пригород, околиця, передмістя, предмістя
  • προέκταση στα ουκρανικά - подовження, розширення, розвинення, надавання
Τυχαίες λέξεις
Προάγω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мис, бум