Σαρδέλα στα εσθονικά

Μετάφραση: σαρδέλα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sardiin, sordiin, kilu, Euroopa kilu, räim
Σαρδέλα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρδέλα

σαρδέλα ψητή, σαρδέλα κορυδαλλός, σαρδέλα διατροφική αξία, σαρδέλα φρίσσα, σαρδέλα ψητή θερμίδες, σαρδέλα λεξικό γλώσσας εσθονικά, σαρδέλα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σαπρός στα εσθονικά - mäda, mädanenud, roiskunud, kõdunenud, Ällöttävä
  • σαράντα στα εσθονικά - nelikümmend, neljakümne, forty
  • σαρδόνιος στα εσθονικά - sardooniline, põlglik-ihumooriline, Ivallinen, sardooniliseks, küünilist, Halveksiva
  • σαρκάζω στα εσθονικά - narrima, Ivata, mõnitama, nöökama, mõnitus
Τυχαίες λέξεις
Σαρδέλα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sardiin, sordiin, kilu, Euroopa kilu, räim