Σαρδέλα στα λιθουανικά
Μετάφραση: σαρδέλα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sardinė, šprotas, šprotai, Šprotų, atlantinis šprotas
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρδέλα
σαρδέλα ψητή, σαρδέλα κορυδαλλός, σαρδέλα διατροφική αξία, σαρδέλα φρίσσα, σαρδέλα ψητή θερμίδες, σαρδέλα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σαρδέλα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σαπρός στα λιθουανικά - dvokiantis, prastas, puvimo, bjaurus, dvokus
- σαράντα στα λιθουανικά - keturiasdešimt, keturiasdešimties, keturiasdešimt Parlamento
- σαρδόνιος στα λιθουανικά - pašaipus, sardoniškas, kandus, Sardoniczny, Sardonisks
- σαρκάζω στα λιθουανικά - pašaipa, pajuokti, pašiepti, Izsmiekls, pajuoka
Τυχαίες λέξεις
Σαρδέλα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sardinė, šprotas, šprotai, Šprotų, atlantinis šprotas
Μεταφράσεις: sardinė, šprotas, šprotai, Šprotų, atlantinis šprotas