Σαρδέλα στα ρωσικά
Μετάφραση: σαρδέλα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сардина, килька, шпрот, кильки, шпроты, салака
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαρδέλα
σαρδέλα ψητή, σαρδέλα κορυδαλλός, σαρδέλα διατροφική αξία, σαρδέλα φρίσσα, σαρδέλα ψητή θερμίδες, σαρδέλα λεξικό γλώσσας ρωσικά, σαρδέλα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- σαπρός στα ρωσικά - гиблый, слабый, трухлявый, испорченный, гнилой, выветрившийся, протухший, ...
- σαράντα στα ρωσικά - сорок, сорока
- σαρδόνιος στα ρωσικά - сардонический, злобный, сардоническим, сардонического, сардоническая
- σαρκάζω στα ρωσικά - дразнить, фиктивный, имитирование, зубоскалить, насмешничать, насмешка, подложный, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαρδέλα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: сардина, килька, шпрот, кильки, шпроты, салака
Μεταφράσεις: сардина, килька, шпрот, кильки, шпроты, салака