Στερούμαι στα εσθονικά

Μετάφραση: στερούμαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
trahv, pant, leppehüvitis, puudus, puudumine, puudumise, puudumist, puudumisest
Στερούμαι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στερούμαι

στερούμαι μετάφραση, στερούμαι αρχικοί χρόνοι, στερούμαι + γενική, στερούμαι συνώνυμο, στερούμαι in english, στερούμαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, στερούμαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • στερεοτυπώ στα εσθονικά - stereotüüp, stereotüüpi, stereotüübi
  • στερεός στα εσθονικά - mahukas, monoliitne, pidev, kolmemõõtmeline, tahke, tahke aine, tahkete, ...
  • στεφάνη στα εσθονικά - silindrivedelikku, sõõrikukujulist rõngaskernelit, silindrivedeliku sisselaskmis-, annulus, silindrilise ruumi
  • στεφάνι στα εσθονικά - pärg, pärja, Seppele, pärga
Τυχαίες λέξεις
Στερούμαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: trahv, pant, leppehüvitis, puudus, puudumine, puudumise, puudumist, puudumisest