Στερούμαι στα σουηδικά
Μετάφραση: στερούμαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pant, brist, bristen, bristande, avsaknaden
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στερούμαι
στερούμαι μετάφραση, στερούμαι αρχικοί χρόνοι, στερούμαι + γενική, στερούμαι συνώνυμο, στερούμαι in english, στερούμαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, στερούμαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στερεοτυπώ στα σουηδικά - stereotyp, stereotypen, stereotypa, stereotyper, stereotypa bilden
- στερεός στα σουηδικά - säker, massiv, gedigen, fast, stadig, solid, kraftig, ...
- στεφάνη στα σουηδικά - kant, brädd, rand, annulus, ringen, ring
- στεφάνι στα σουηδικά - krans, kran, kransen
Τυχαίες λέξεις
Στερούμαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: pant, brist, bristen, bristande, avsaknaden
Μεταφράσεις: pant, brist, bristen, bristande, avsaknaden