Σύντομα στα εσθονικά
Μετάφραση: σύντομα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peagi, põgusalt, varsti, lühidalt, kähku, kiiresti, niipea, peatselt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύντομα
σύντομα ανέκδοτα 2013, σύντομα ποιήματα, σύντομα αστεία ανέκδοτα, σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου, σύντομα συνώνυμα, σύντομα λεξικό γλώσσας εσθονικά, σύντομα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σύντηξη στα εσθονικά - kokkusulamine, fleksioon, fusioon, termotuumasünteesi, fusion, tuumasünteesi, fusiooni
- σύντμηση στα εσθονικά - lühend, lühendit, lühendi, lühendiga
- σύντομος στα εσθονικά - varsti, lakooniline, kähku, põgus, tabav, mõttetihe, peagi, ...
- σύντροφος στα εσθονικά - kompanjon, seltsiline, saatja, kaaslane, partner, kaaslase, kaaslaseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Σύντομα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: peagi, põgusalt, varsti, lühidalt, kähku, kiiresti, niipea, peatselt
Μεταφράσεις: peagi, põgusalt, varsti, lühidalt, kähku, kiiresti, niipea, peatselt