Σύντομα στα ουκρανικά
Μετάφραση: σύντομα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стиснуто, рано-рано, стисло, скоро-скоро, швидко, різко, рано, невдовзі, уривчасто, коротко, зрання, скоро, незабаром
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύντομα
σύντομα ανέκδοτα 2013, σύντομα ποιήματα, σύντομα αστεία ανέκδοτα, σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου, σύντομα συνώνυμα, σύντομα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σύντομα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σύντηξη στα ουκρανικά - розплавляння, злиття, поєднання, зливання, сплав, з'єднання
- σύντμηση στα ουκρανικά - скорочення, зменшення
- σύντομος στα ουκρανικά - рано-рано, рано, зрання, короткий, стислий, інструктувати, скоро-скоро, ...
- σύντροφος στα ουκρανικά - контрагент, компаньйон, партнер, супутник, товариш
Τυχαίες λέξεις
Σύντομα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стиснуто, рано-рано, стисло, скоро-скоро, швидко, різко, рано, невдовзі, уривчасто, коротко, зрання, скоро, незабаром
Μεταφράσεις: стиснуто, рано-рано, стисло, скоро-скоро, швидко, різко, рано, невдовзі, уривчасто, коротко, зрання, скоро, незабаром