Όσιος στα εσθονικά

Μετάφραση: όσιος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
püha, õnnistatud, Õnnis, Blessed, Pühima, Kiidetava
Όσιος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όσιος

όσιος εφραίμ νέας μάκρης, όσιος πατάπιος λουτράκι, όσιος εφραίμ ο σύρος, όσιος σεραφείμ του σάρωφ, όσιος δαβίδ θεσσαλονίκη, όσιος λεξικό γλώσσας εσθονικά, όσιος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • όρος στα εσθονικά - eritingimus, oskussõna, semester, mägi, tähtaeg, paigaldama, termin, ...
  • όροφος στα εσθονικά - istungisaal, korrus, alampiir, põrand, korrusel, põranda, sõna
  • όσχεο στα εσθονικά - munandikott, skrootum, skrootumil, munandikotil, munandit
  • όταν στα εσθονικά - kui, mil
Τυχαίες λέξεις
Όσιος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: püha, õnnistatud, Õnnis, Blessed, Pühima, Kiidetava