Αναβοσβήνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: αναβοσβήνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blikka, blikkar, blikki, blikka á, að blikka
Αναβοσβήνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβοσβήνω

αναβοσβήνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναβοσβήνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναβλύζω στα ισλανδικά - jæja, frískur, heilsugóður, gjósa, vel, gush
  • αναβολή στα ισλανδικά - frestun, fresta, frestunin, frests, að seinka
  • αναγέννηση στα ισλανδικά - endurmyndun, endurnýjun, endurbygging
  • αναγκαίος στα ισλανδικά - nauðsynlegur, nauðsynlegt, nauðsynleg, nauðsynlegar, nauðsyn krefur, þörf
Τυχαίες λέξεις
Αναβοσβήνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: blikka, blikkar, blikki, blikka á, að blikka