Αναβοσβήνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αναβοσβήνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
міргаць, мігаць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβοσβήνω
αναβοσβήνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναβοσβήνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναβλύζω στα λευκορωσικά - добры, колодзеж, добра, паток, струмень, плынь
- αναβολή στα λευκορωσικά - адтэрміноўка, адтэрміноўку
- αναγέννηση στα λευκορωσικά - рэгенерацыя, рэгенерацыі
- αναγκαίος στα λευκορωσικά - абавязковы, неабходна, трэба
Τυχαίες λέξεις
Αναβοσβήνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: міргаць, мігаць
Μεταφράσεις: міргаць, мігаць