Αναβοσβήνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αναβοσβήνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
трепкање, трепкате, трепна, трепкаме, на трепкање
Αναβοσβήνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβοσβήνω

αναβοσβήνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αναβοσβήνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αναβλύζω στα σλαβομακεδονικά - бунарот, млаз
  • αναβολή στα σλαβομακεδονικά - одложување, одложувањето, одлагањето, одлагање, одложување на
  • αναγέννηση στα σλαβομακεδονικά - ренесанса, регенерација, регенерацијата, обнова, Регенерирање, нападот
  • αναγκαίος στα σλαβομακεδονικά - потребно, неопходно, потребни, неопходни, потребните
Τυχαίες λέξεις
Αναβοσβήνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: трепкање, трепкате, трепна, трепкаме, на трепкање