Αναβοσβήνω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναβοσβήνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
piscar, piscará, piscam, pisca, blink
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβοσβήνω
αναβοσβήνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναβοσβήνω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναβλύζω στα πορτογαλικά - soldador, cisterna, poço, bom, bem, poços, jorro, ...
- αναβολή στα πορτογαλικά - demora, protelação, adiamento, postergação, o adiamento, prorrogação, diferimento
- αναγέννηση στα πορτογαλικά - regeneração, a regeneração, de regeneração, regeneração de, da regeneração
- αναγκαίος στα πορτογαλικά - preciso, necessário, puro, necessária, necessárias, necessários
Τυχαίες λέξεις
Αναβοσβήνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: piscar, piscará, piscam, pisca, blink
Μεταφράσεις: piscar, piscará, piscam, pisca, blink