Ανακατεμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ανακατεμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lauslát, lauslátir, opnum, lauslætis, fjöllyndur
Ανακατεμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακατεμένος

ανακατεμένοσ συνώνυμα, ανακατεμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανακατεμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ανακαλύπτω στα ισλανδικά - finna, uppgötva, að uppgötva, komast, uppgötvar
  • ανακαλώ στα ισλανδικά - muna, Recall, afturköllun, innköllun, minnast
  • ανακατεύω στα ισλανδικά - rumska, hræra, blanda, blandað, blandað saman, þessu blandað, blandið
  • ανακατώνω στα ισλανδικά - blanda, tousle
Τυχαίες λέξεις
Ανακατεμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lauslát, lauslátir, opnum, lauslætis, fjöllyndur