Αξιοπιστία στα ισλανδικά

Μετάφραση: αξιοπιστία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áreiðanleika, áreiðanleiki, áreiðanleg
Αξιοπιστία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιοπιστία

αξιοπιστία ερωτηματολογίου, αξιοπιστία ποιοτικής έρευνας, αξιοπιστία των μμε, αξιοπιστία συνώνυμα, αξιοπιστία αυτοκινήτων, αξιοπιστία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αξιοπιστία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αξιολύπητος στα ισλανδικά - bágur, woeful, allt of laust
  • αξιομνημόνευτος στα ισλανδικά - eftirminnilegt, eftirminnilegu, eftirminnileg, eftirminnilega, eftirminnilegri
  • αξιοποιώ στα ισλανδικά - stórvirki, endurheimta, að endurheimta, endurheimt
  • αξιοπρέπεια στα ισλανδικά - reisn, virðingu, tign, virðing, sæmd
Τυχαίες λέξεις
Αξιοπιστία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: áreiðanleika, áreiðanleiki, áreiðanleg