Αξιοπιστία στα ουκρανικά
Μετάφραση: αξιοπιστία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доречний, відповідний, істотний, релевантний, надійність, надійний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιοπιστία
αξιοπιστία ερωτηματολογίου, αξιοπιστία ποιοτικής έρευνας, αξιοπιστία των μμε, αξιοπιστία συνώνυμα, αξιοπιστία αυτοκινήτων, αξιοπιστία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αξιοπιστία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αξιολύπητος στα ουκρανικά - жалюгідно, сумний, скорботний, сумного, прикрий, сумне
- αξιομνημόνευτος στα ουκρανικά - автобіографії, пам'ятний, пам`ятний, пам'ятного
- αξιοποιώ στα ουκρανικά - експлуатувати, витребувати, зажадати, вимагати, витребовувати
- αξιοπρέπεια στα ουκρανικά - сан, достоїнство, звання, знати, гідність, перевага
Τυχαίες λέξεις
Αξιοπιστία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доречний, відповідний, істотний, релевантний, надійність, надійний
Μεταφράσεις: доречний, відповідний, істотний, релевантний, надійність, надійний