Απασχολώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: απασχολώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
upptekinn, tali, á tali, uppteknir, upptekin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απασχολώ
απασχολώ στα αγγλικά, απασχολώ λεξικό, απασχολώ english, απασχολώ συνώνυμα, απασχολώ αγγλικα, απασχολώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απασχολώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- απαστράπτω στα ισλανδικά - blossi, Kast, Kast í
- απασχολημένος στα ισλανδικά - starfsamur, upptekinn, tali, á tali, uppteknir, upptekin
- απασχόληση στα ισλανδικά - atvinna, atvinnu, Employment, starfið, starf
- απατεώνας στα ισλανδικά - Crook
Τυχαίες λέξεις
Απασχολώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: upptekinn, tali, á tali, uppteknir, upptekin
Μεταφράσεις: upptekinn, tali, á tali, uppteknir, upptekin