Απασχολώ στα πολωνικά

Μετάφραση: απασχολώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opanować, zmonopolizować, monopolizować, przywłaszczyć, pochłaniać, zajęty, pracowity, zajęci, zajęta, zajęte
Απασχολώ στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απασχολώ

απασχολώ στα αγγλικά, απασχολώ λεξικό, απασχολώ english, απασχολώ συνώνυμα, απασχολώ αγγλικα, απασχολώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, απασχολώ στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • απαστράπτω στα πολωνικά - iskrzenie, pienić, skrzyć, musowanie, blask, błysk, przebłysk, ...
  • απασχολημένος στα πολωνικά - ruchliwy, czynny, zajęty, skrzętny, rojny, pracowity, zajęci, ...
  • απασχόληση στα πολωνικά - rozrywka, utrzymanie, zatrudnienie, praca, zatrudnienia, pracy, pracę
  • απατεώνας στα πολωνικά - zakrzywić, kanciarz, pastorał, krzywić, garbić, haczyk, naciągacz, ...
Τυχαίες λέξεις
Απασχολώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: opanować, zmonopolizować, monopolizować, przywłaszczyć, pochłaniać, zajęty, pracowity, zajęci, zajęta, zajęte