Απασχολώ στα τούρκικα
Μετάφραση: απασχολώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meşgul, yoğun, yoğun bir, meşgul bir, işlek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απασχολώ
απασχολώ στα αγγλικά, απασχολώ λεξικό, απασχολώ english, απασχολώ συνώνυμα, απασχολώ αγγλικα, απασχολώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, απασχολώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- απαστράπτω στα τούρκικα - parlama, flare, alev, meşale, alevlenme
- απασχολημένος στα τούρκικα - meşgul, yoğun, yoğun bir, meşgul bir, işlek
- απασχόληση στα τούρκικα - geçim, iş, istihdam, istihdamı, çalışma, istihdamın
- απατεώνας στα τούρκικα - kavis, suçlu, dönemeç, viraj, cani, sahtekâr, dolandırıcı, ...
Τυχαίες λέξεις
Απασχολώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: meşgul, yoğun, yoğun bir, meşgul bir, işlek
Μεταφράσεις: meşgul, yoğun, yoğun bir, meşgul bir, işlek