Αποδεσμεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποδεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
unshackle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεσμεύω
αποδεσμεύω english, αποδεσμεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποδεσμεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποδεκατίζω στα ισλανδικά - decimate
- αποδεκτός στα ισλανδικά - aðgengilegur, tæka, tæk, tækt til meðferðar, réttmæt, tækt
- αποδημία στα ισλανδικά - fólksflutninga, flæði, flutningur, fólksflutningar, fólksflutningum
- αποδημώ στα ισλανδικά - flytja, flytjast, að flytjast, flytjist úr landi, flytja hingað
Τυχαίες λέξεις
Αποδεσμεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: unshackle
Μεταφράσεις: unshackle