Αποδεσμεύω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποδεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
unshackle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεσμεύω
αποδεσμεύω english, αποδεσμεύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποδεσμεύω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποδεκατίζω στα λευκορωσικά - знішчаць, зьнішчаць
- αποδεκτός στα λευκορωσικά - дапушчальны, дапушчальная, дапушчальную
- αποδημία στα λευκορωσικά - міграцыя, міграцыі
- αποδημώ στα λευκορωσικά - эміграваць, эмігрыраваць, жаданьне эміграваць, эміграваць спачатку, эміграваць за
Τυχαίες λέξεις
Αποδεσμεύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: unshackle
Μεταφράσεις: unshackle