Αποκάλυψη στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποκάλυψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afhjúpun, opinberun, Opb, Opinberunarbókin, Revelation, opinberunin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκάλυψη
αποκάλυψη συνώνυμα, αποκάλυψη του ιωάννη κείμενο, αποκάλυψη – «βόμβα» με ποιον πασίγνωστο ηθοποιό είναι ζευγάρι η βάνα, αποκάλυψη το ένατο κύμα, αποκάλυψη τώρα, αποκάλυψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποκάλυψη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποικιακός στα ισλανδικά - Colonial, nýlendutímanum, nýlendu, nýlendubúi
- αποικώ στα ισλανδικά - nýlenda, nýlendu, nýlendan, nýlenduna, þyrping
- αποκήρυξη στα ισλανδικά - repudiation
- αποκαθιστώ στα ισλανδικά - endurheimta, að endurheimta, skila aftur, endurreisa, aftur á
Τυχαίες λέξεις
Αποκάλυψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afhjúpun, opinberun, Opb, Opinberunarbókin, Revelation, opinberunin
Μεταφράσεις: afhjúpun, opinberun, Opb, Opinberunarbókin, Revelation, opinberunin