Αποκάλυψη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποκάλυψη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
revelação, a revelação, revelações, revelação de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκάλυψη
αποκάλυψη συνώνυμα, αποκάλυψη του ιωάννη κείμενο, αποκάλυψη – «βόμβα» με ποιον πασίγνωστο ηθοποιό είναι ζευγάρι η βάνα, αποκάλυψη το ένατο κύμα, αποκάλυψη τώρα, αποκάλυψη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποκάλυψη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποικιακός στα πορτογαλικά - colonial, coloniais
- αποικώ στα πορτογαλικά - emigrar, emergência, colônia, colónia, colónias, colônia de, colônias
- αποκήρυξη στα πορτογαλικά - abnegação, desprendimento, repúdio, rejeição, denúncia, repudiação, o repúdio
- αποκαθιστώ στα πορτογαλικά - recurso, reparação, reparar, restaurar, restituir, notável, expediente, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποκάλυψη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: revelação, a revelação, revelações, revelação de
Μεταφράσεις: revelação, a revelação, revelações, revelação de