Αστυνομεύω στα ισλανδικά

Μετάφραση: αστυνομεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lögregla, löggæslu
Αστυνομεύω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστυνομεύω

αστυνομεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αστυνομεύω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αστροφυσική στα ισλανδικά - Stjarneðlisfræði, Bókasafns- og, Bókasafns-, Bókasafns- og upplýsingafræði
  • αστυνομία στα ισλανδικά - lögregla, lögreglu, lögreglan, lögreglunnar, lögreglunni
  • αστυνόμος στα ισλανδικά - lögregluþjónn, Marshal, hershöfðinginn, Marshall, Vörðurinn
  • αστυφύλακας στα ισλανδικά - lögregluþjónn, Lögreglumaðurinn, Constable
Τυχαίες λέξεις
Αστυνομεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lögregla, löggæslu