Ατονία στα ισλανδικά

Μετάφραση: ατονία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
veikleiki, máttleysi, slappleiki, veikleika, þróttleysi
Ατονία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατονία

ατονία της μήτρας και αιμορραγία μετά τον τοκετό, ατονία υπνηλία, ατονία εντέρου, ατονία αδυναμία κόπωση, ατονία στην εγκυμοσύνη, ατονία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ατονία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ατομικός στα ισλανδικά - einstakur, einstaklingur, einstök, einstakra, maðurinn, einstaklingurinn
  • ατομικότητα στα ισλανδικά - einstaklingseinkenni, einstaklingshyggja, sjálfstæði, einstaklingshyggja er
  • ατονώ στα ισλανδικά - veikleiki, máttleysi, slappleiki, veikleika, þróttleysi
  • ατραξιόν στα ισλανδικά - fara, aka, reið, ríða, aðdráttarafl, áhugaverðra staða, aðdráttaraflið
Τυχαίες λέξεις
Ατονία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: veikleiki, máttleysi, slappleiki, veikleika, þróttleysi