Ατονία στα τούρκικα
Μετάφραση: ατονία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατονία
ατονία της μήτρας και αιμορραγία μετά τον τοκετό, ατονία υπνηλία, ατονία εντέρου, ατονία αδυναμία κόπωση, ατονία στην εγκυμοσύνη, ατονία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ατονία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ατομικός στα τούρκικα - bireysel, birey, tek tek, tek, ayrı, kişisel
- ατομικότητα στα τούρκικα - kendine özgülük, bireysellik, bireyselliği, bireyselliğin, bireyselliğini
- ατονώ στα τούρκικα - zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü
- ατραξιόν στα τούρκικα - cazibe, Atraksiyon, gözde mekan, gözde mekan hakkında, gözde
Τυχαίες λέξεις
Ατονία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü
Μεταφράσεις: zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü