Ατονία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ατονία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατονία
ατονία της μήτρας και αιμορραγία μετά τον τοκετό, ατονία υπνηλία, ατονία εντέρου, ατονία αδυναμία κόπωση, ατονία στην εγκυμοσύνη, ατονία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ατονία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ατομικός στα πορτογαλικά - nuclear, indivíduo, personagem, pessoa, sujeito, pessoal, indiferente, ...
- ατομικότητα στα πορτογαλικά - individualidade, individuality, a individualidade, personalidade
- ατονώ στα πορτογαλικά - fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas
- ατραξιόν στα πορτογαλικά - crivar, cavalgar, ir, passeio, viajar, andar, atração, ...
Τυχαίες λέξεις
Ατονία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas
Μεταφράσεις: fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas