Βέλος στα ισλανδικά
Μετάφραση: βέλος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
arrow, ör
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βέλος
βέλοσ του χρόνου, βέλος ευβοίας, βέλος πλούταρχος στίχοι, βέλος στα αγγλικά, βέλοσ κορινθίασ, βέλος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βέλος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βέβαια στα ισλανδικά - Auðvitað, að sjálfsögðu, sjálfsögðu, að sjálfsögðu er, er auðvitað
- βέβαιος στα ισλανδικά - viss, ákveðinn, viss um, úr skugga um, úr skugga, skugga
- βέργα στα ισλανδικά - withe
- βέσπα στα ισλανδικά - Scooter, vespu, græjan
Τυχαίες λέξεις
Βέλος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: arrow, ör
Μεταφράσεις: arrow, ör