Βέλος στα ουκρανικά
Μετάφραση: βέλος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
стрілка, жало, виточка, помчатися, стріла, стрільця, стрелка
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βέλος
βέλοσ του χρόνου, βέλος ευβοίας, βέλος πλούταρχος στίχοι, βέλος στα αγγλικά, βέλοσ κορινθίασ, βέλος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βέλος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βέβαια στα ουκρανικά - неодмінно, аякже, звичайно, авжеж, напевно, звісно
- βέβαιος στα ουκρανικά - впевнений, деякий, визначений, певний, звичайно, звісно
- βέργα στα ουκρανικά - застарілий, рококо, гостро, багатозначно, лоза, виноградна лоза
- βέσπα στα ουκρανικά - моторолер, мопед, скутер, самокат
Τυχαίες λέξεις
Βέλος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: стрілка, жало, виточка, помчатися, стріла, стрільця, стрелка
Μεταφράσεις: стрілка, жало, виточка, помчатися, стріла, стрільця, стрелка