Βλάπτω στα ισλανδικά
Μετάφραση: βλάπτω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mein, brjóta, skaði, meiða, sárt, skaðað, sært, skaða
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βλάπτω
βλάπτω αρχαια, βλαπτω συνώνυμο, βλάπτω αντώνυμο, ρήμα βλάπτω, βλάπτω αρχικοί χρόνοι, βλάπτω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βλάπτω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βλάβη στα ισλανδικά - brjóta, mein, skaði, tjón, skemmdir, skaða, skemmt, ...
- βλάκας στα ισλανδικά - kjáni, auli, fífl, þurs, asni, bjáni, blekkja, ...
- βλέμμα στα ισλανδικά - horfa, útlit, svipur, leita, líta, að líta
- βλέπω στα ισλανδικά - gæta, sjá, skoða, að sjá, séð, sérð
Τυχαίες λέξεις
Βλάπτω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mein, brjóta, skaði, meiða, sárt, skaðað, sært, skaða
Μεταφράσεις: mein, brjóta, skaði, meiða, sárt, skaðað, sært, skaða