Βυθίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: βυθίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hníga, vaskur, sökkva, vaskinum, vaskinn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βυθίζω
βυθίζω συνώνυμο, βυθίζω συνώνυμα, βυθίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, βυθίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- βυζί στα ισλανδικά - Tit
- βυθίζομαι στα ισλανδικά - vaskur, hníga, sökkva, vaskinum, vaskinn
- βυθοκόρος στα ισλανδικά - Dredger
- βυθομέτρηση στα ισλανδικά - hljómandi, hljóma, dýpilmælingar, hljómar, að hljóma
Τυχαίες λέξεις
Βυθίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hníga, vaskur, sökkva, vaskinum, vaskinn
Μεταφράσεις: hníga, vaskur, sökkva, vaskinum, vaskinn