Βυθίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: βυθίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
lavabo, emici, evye, sink, alıcı
Βυθίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βυθίζω

βυθίζω συνώνυμο, βυθίζω συνώνυμα, βυθίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, βυθίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βυζί στα τούρκικα - baştankara, tit, meme, kısasa, baştankarası
  • βυθίζομαι στα τούρκικα - lavabo, emici, evye, sink, alıcı
  • βυθοκόρος στα τούρκικα - tarak, tarak gemisi, dredger, ağlı kepçe kullanan kimse, delikli serpme kutusu
  • βυθομέτρηση στα τούρκικα - sondaj, çalmaya, sesi, iskandil, sesli
Τυχαίες λέξεις
Βυθίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: lavabo, emici, evye, sink, alıcı