Δρομολόγιο στα ισλανδικά

Μετάφραση: δρομολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ferðaáætlun, Ferðalisti, Ferðalýsing, ferðaáætlunina, Ferðalista
Δρομολόγιο στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρομολόγιο

δρομολόγιο ε22, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο 140, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο 608, δρομολόγιο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δρομολόγιο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δρομάκι στα ισλανδικά - sundið, Alley, hlaupastígur, eða kanóar, húsasund
  • δρομέας στα ισλανδικά - hlaupari, Runner, öðru sæti
  • δροσερός στα ισλανδικά - ferskur, afkæla, flott, kaldur, svalt, kúl, töff
  • δροσιστικός στα ισλανδικά - hressandi, frískandi, endurnærandi
Τυχαίες λέξεις
Δρομολόγιο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ferðaáætlun, Ferðalisti, Ferðalýsing, ferðaáætlunina, Ferðalista