Δρομολόγιο στα τσεχικά

Μετάφραση: δρομολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
průvodce, cesta, itinerář, cestující, trasa, trasu, Vypočítat trasu, trasy
Δρομολόγιο στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρομολόγιο

δρομολόγιο ε22, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο 140, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο 608, δρομολόγιο λεξικό γλώσσας τσεχικά, δρομολόγιο στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • δρομάκι στα τσεχικά - dráha, cesta, trať, ulička, trasa, alej, aleje, ...
  • δρομέας στα τσεχικά - závodník, běžec, běhoun, kurýr, sanice, posel, runner, ...
  • δροσερός στα τσεχικά - nedávný, chladnost, chladný, mrazit, čilý, ochladit, chládek, ...
  • δροσιστικός στα τσεχικά - chlazení, ochlazení, ochlazování, osvěžující, svěží, osvěžení, obnovování
Τυχαίες λέξεις
Δρομολόγιο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: průvodce, cesta, itinerář, cestující, trasa, trasu, Vypočítat trasu, trasy