Δρομολόγιο στα ιταλικά

Μετάφραση: δρομολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
itinerario, tour, percorso, itinerari, dell'itinerario
Δρομολόγιο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρομολόγιο

δρομολόγιο ε22, δρομολόγιο τραμ, δρομολόγιο 140, δρομολόγιο οσε, δρομολόγιο 608, δρομολόγιο λεξικό γλώσσας ιταλικά, δρομολόγιο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • δρομάκι στα ιταλικά - vicolo, viuzza, sentiero, strada, pista, alley, pista da, ...
  • δρομέας στα ιταλικά - corridore, fattorino, canale, guida, segretario, segretario di
  • δροσερός στα ιταλικά - freddo, raffreddarsi, nuovo, raffreddare, novellino, fresco, fresca, ...
  • δροσιστικός στα ιταλικά - rinfrescante, rinfrescanti, fresca, rinfresco, rinfrescare
Τυχαίες λέξεις
Δρομολόγιο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: itinerario, tour, percorso, itinerari, dell'itinerario