Εκκαθαρίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εκκαθαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fága, betrumbæta, fínstilla, að fínstilla, betrumbætt, að betrumbæta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκαθαρίζω
εκκαθαρίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκκαθαρίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εκκένωση στα ισλανδικά - útskrift, losun, útferð, rennsli, útferð úr
- εκκαθάριση στα ισλανδικά - slit, skiptameðferð, gjaldþrotaskipta, félagsslita, gjaldþrotaskipti
- εκκαθαριστής στα ισλανδικά - skiptastjóri, skiptastjóra, slitastjóri
- εκκεντρικός στα ισλανδικά - sérvitur, Cranky
Τυχαίες λέξεις
Εκκαθαρίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fága, betrumbæta, fínstilla, að fínstilla, betrumbætt, að betrumbæta
Μεταφράσεις: fága, betrumbæta, fínstilla, að fínstilla, betrumbætt, að betrumbæta