Ελιγμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ελιγμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
maneuver, flugbragð, stjórnun er gerð, stjórnun er, módeli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελιγμός
ελιγμός συνώνυμα, ελιγμόσ ταυ, ελιγμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ελιγμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ελεύθερα στα ισλανδικά - frjáls, ókeypis, frítt, án, frjálst
- ελιά στα ισλανδικά - ólífuolía, Olive, ólífu, olíuviði, olíuviðarblað í
- ελικοειδής στα ισλανδικά - helical, gormfjöður, skrúfulínumyndað
- ελικόπτερο στα ισλανδικά - þyrla, þyrlu, Göngu-, með þyrlu, þyrlan
Τυχαίες λέξεις
Ελιγμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: maneuver, flugbragð, stjórnun er gerð, stjórnun er, módeli
Μεταφράσεις: maneuver, flugbragð, stjórnun er gerð, stjórnun er, módeli