Ελιγμός στα πολωνικά

Μετάφραση: ελιγμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
manewr, manewrować, posunięcie, ruch, manewru, manewrem
Ελιγμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελιγμός

ελιγμός συνώνυμα, ελιγμόσ ταυ, ελιγμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ελιγμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ελεύθερα στα πολωνικά - dowolnie, chętnie, swobodnie, luzem, wolno, wolny, bezpłatny, ...
  • ελιά στα πολωνικά - oliwa, oliwka, oliwkowy, oliwny, oliwek, z oliwek
  • ελικοειδής στα πολωνικά - kręty, spiralny, ślimakowaty, spirala, zwojowy, śrubowaty, śrubowy, ...
  • ελικόπτερο στα πολωνικά - strzecha, tasak, rębak, rębarka, siekacz, śmigłowiec, topór, ...
Τυχαίες λέξεις
Ελιγμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: manewr, manewrować, posunięcie, ruch, manewru, manewrem