Εμπεδώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: εμπεδώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
efla, empedono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπεδώνω
εμπεδώνω βικιλεξικο, εμπεδώνω στα αγγλικα, εμπεδώνω συνώνυμο, εμπεδώνω τη γλώσσα μου, εμποδίζω συνώνυμα, εμπεδώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εμπεδώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εμπαθής στα ισλανδικά - illgjarn, ástríðufullur, ástríðufull
- εμπαικτικός στα ισλανδικά - athlægi
- εμπειρία στα ισλανδικά - reynsla, reynd, reynslu, upplifun, reynsla er, reynslan
- εμπειρογνώμονας στα ισλανδικά - ráðunautur, sérfræðingur, sérfræðinga, Sérfræðingurinn, Expert, sérfræðingi
Τυχαίες λέξεις
Εμπεδώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: efla, empedono
Μεταφράσεις: efla, empedono