Εμπεδώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: εμπεδώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
empedono
Εμπεδώνω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπεδώνω

εμπεδώνω βικιλεξικο, εμπεδώνω στα αγγλικα, εμπεδώνω συνώνυμο, εμπεδώνω τη γλώσσα μου, εμποδίζω συνώνυμα, εμπεδώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εμπεδώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εμπαθής στα λιθουανικά - aistringas, Passionate, Aistringoji, Aistringai, Aistringi
  • εμπαικτικός στα λιθουανικά - pašiepiamas, pajuokiamas, tyčiojasi
  • εμπειρία στα λιθουανικά - patirtis, patirtį, patirties, patirtimi
  • εμπειρογνώμονας στα λιθουανικά - ekspertas, patarėjas, konsultantas, nagingas, žinovas, ekspertų, eksperto, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπεδώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: empedono