Εμπεδώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: εμπεδώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stärka, styrka, empedono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπεδώνω
εμπεδώνω βικιλεξικο, εμπεδώνω στα αγγλικα, εμπεδώνω συνώνυμο, εμπεδώνω τη γλώσσα μου, εμποδίζω συνώνυμα, εμπεδώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμπεδώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμπαθής στα σουηδικά - hätsk, lidelsefull, elak, passionerad, Brinner, Passionerad, Passionate, ...
- εμπαικτικός στα σουηδικά - gäck, gäckande, hånfulla, förlöjliga, hånfullt
- εμπειρία στα σουηδικά - erfarenhet, vana, upplevelse, erfarenheter, upplevelsen
- εμπειρογνώμονας στα σουηδικά - specialist, expert, experten, sakkunnig, experter
Τυχαίες λέξεις
Εμπεδώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stärka, styrka, empedono
Μεταφράσεις: stärka, styrka, empedono