Εμπεδώνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: εμπεδώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsterke, styrke, empedono
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπεδώνω
εμπεδώνω βικιλεξικο, εμπεδώνω στα αγγλικα, εμπεδώνω συνώνυμο, εμπεδώνω τη γλώσσα μου, εμποδίζω συνώνυμα, εμπεδώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εμπεδώνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εμπαθής στα νορβηγικά - ondskapsfull, skadefro, lidenskapelig, Passionate, lidenskapelige, opptatt, opptatt av
- εμπαικτικός στα νορβηγικά - tentamen, mocking, spott, spottingen
- εμπειρία στα νορβηγικά - erfaring, føle, opplevelse, opplevelsen, erfaringer
- εμπειρογνώμονας στα νορβηγικά - sakkyndig, konsulent, kyndig, ekspert, erfaren, eksperten
Τυχαίες λέξεις
Εμπεδώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: forsterke, styrke, empedono
Μεταφράσεις: forsterke, styrke, empedono