Εύσωμος στα ισλανδικά

Μετάφραση: εύσωμος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
digur, portly
Εύσωμος στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύσωμος

εύσωμος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εύσωμος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εύστροφος στα ισλανδικά - válynd, brögðóttur, brögðóttur og
  • εύσχημος στα ισλανδικά - specious
  • εύφλεκτος στα ισλανδικά - eldfimt, eldfim, eldfimar, eldfimur, eldfimir
  • εύχομαι στα ισλανδικά - óska, vilt, vilja, vildi, viljum
Τυχαίες λέξεις
Εύσωμος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: digur, portly