Ηθικολόγος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ηθικολόγος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
moralist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηθικολόγος
ηθικολόγος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ηθικολόγος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ηδύφωνος στα ισλανδικά - idyfonos
- ηθική στα ισλανδικά - siðfræði, Ethics, siðferði, siðareglur, siðgæði
- ηθικός στα ισλανδικά - siðferðileg, siðferðilega, siðferðilegum, siðferðilegt, siðferðislegt
- ηλίθιος στα ισλανδικά - hálfviti, fábjáni, asni, bjáni
Τυχαίες λέξεις
Ηθικολόγος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: moralist
Μεταφράσεις: moralist