Λύνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: λύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákveða, leysa, að leysa, leyst
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λύνω
λύνω προβλήματα με ποσοστά, λύνω σύνθετα προβλήματα β δημοτικού, λύνω μάγια, λύνω προβλήματα με αντιστρόφως ανάλογα ποσά, λύνω συνώνυμα, λύνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λύνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- λόφος στα ισλανδικά - fell, háls, hæð, Hill, hóll, hæðinni
- λύμα στα ισλανδικά - eyðsla, skólp, Fráveita, Skólpveitur, skolp, skólps
- λύπη στα ισλανδικά - hryggð, sorg, depurð, depurðin
- λύση στα ισλανδικά - lausn, lausnin, lausnina, lausninni
Τυχαίες λέξεις
Λύνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ákveða, leysa, að leysa, leyst
Μεταφράσεις: ákveða, leysa, að leysa, leyst