Λύνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: λύνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
розв'язний, вирішити, пояснювати, платити, розчиняти, розв'язаний, розв'язати
Λύνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λύνω

λύνω προβλήματα με ποσοστά, λύνω σύνθετα προβλήματα β δημοτικού, λύνω μάγια, λύνω προβλήματα με αντιστρόφως ανάλογα ποσά, λύνω συνώνυμα, λύνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λύνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λόφος στα ουκρανικά - височина, пагорб, гора, горб, кучугура, пагорок
  • λύμα στα ουκρανικά - зношування, каналізація, системи, водостічні системи
  • λύπη στα ουκρανικά - горе, туга, жаль, смуток, регресивний, сум, печаль, ...
  • λύση στα ουκρανικά - розв'язання, дозвіл, пояснення, розпускання, рішення, вирішення
Τυχαίες λέξεις
Λύνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: розв'язний, вирішити, пояснювати, платити, розчиняти, розв'язаний, розв'язати