Λύνω στα τούρκικα
Μετάφραση: λύνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
demeç, çözmek, çözmeye, çözme, çözümü, çözüm
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λύνω
λύνω προβλήματα με ποσοστά, λύνω σύνθετα προβλήματα β δημοτικού, λύνω μάγια, λύνω προβλήματα με αντιστρόφως ανάλογα ποσά, λύνω συνώνυμα, λύνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, λύνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λόφος στα τούρκικα - tepe, hill, tepenin, tepeye, bir tepe
- λύμα στα τούρκικα - israf, çöp, kanalizasyon, pis su, atık su, atıksu, atık
- λύπη στα τούρκικα - keder, gam, elem, acı, üzüntü, hüzün, sadness, ...
- λύση στα τούρκικα - çözüm, eriyik, çözelti, çözümü, solüsyon, çözümdür
Τυχαίες λέξεις
Λύνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: demeç, çözmek, çözmeye, çözme, çözümü, çözüm
Μεταφράσεις: demeç, çözmek, çözmeye, çözme, çözümü, çözüm