Νοτισμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: νοτισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rökum, raka, raki, rakir, rök
Νοτισμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοτισμένος

νοτισμένος συνόνυμα, νοτισμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, νοτισμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • νοστιμίζω στα ισλανδικά - árstími, árferði, árstíð, yndi
  • νοτερός στα ισλανδικά - áberandi, borið fram, borið, kveðinn, veruleg
  • νουθεσία στα ισλανδικά - áminning
  • νουθετώ στα ισλανδικά - áminna, fyrirlestur, áminnið, admonish
Τυχαίες λέξεις
Νοτισμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rökum, raka, raki, rakir, rök